Το κείμενο είναι απόδοση στα νεοελληνικά από το βιβλίο του Θωμά Παπαθανασίου ‘’Το Μεσαιωνικό Φρούριο των Σερβίων’’ εκδόση Μ.Ο.Σερβίων.
Είναι (τα Σέρβια) πόλη όχι μικρή που είναι τοποθετημένη στο μέσο των ορίων μεταξύ Βοτταίας (εσφαλμένως αντί Ελίμειας) και Θεσσαλίας σε επικλινή τοποθεσία, η αυξανόμενη κλίση της οποίας την παριστά σαν να κρέμεται κατά κάποιον τρόπο από τον βράχο στον οποίο κείτεται.
Περιβάλλεται από τριπλό τείχος , που την παρουσιάζει σαν τρείς πόλεις που κείτονται η μία πάνω από την άλλη, και υπερασπίζεται από τις δύο πλευρές από βαθιές χαράδρες και φαράγγια ενώ η έκταση που περικλείεται μέσα από τα τείχη είναι πυκνοκατοικημένη.
Ο πληθυσμός της είναι όχι μόνο πολύς αλλά και απαρτίζεται τόσο από ευγενείς πολίτες όσο και στρατιωτικούς, από τους οποίους οι περισσότεροι είναι εγχώριοι.
Λόγο της επικλινούς τοποθεσίας τα σπίτια της πόλης από μακριά φαίνονται ως πολυώροφα.
Και στους δυο πρώτους περιβόλους των τειχών κατοικούν οι πολίτες και οι στρατιωτικοί , ενώ στο τρίτο , την ακρόπολη, ο ηγεμόνας.
Η είσοδος στην πόλη από όλες τις πλευρές είναι δύσβατη , δυσκολότατη και ο προσβολή των τειχών της. Γι’ αυτό και ο Πρεάλιμπος που αποκλείστηκε μέσα σ’ αυτήν δεν έλαβε ανάγκη τάφρων γύρω της ή κάποιας άλλης οχύρωσης, καθόσον η φυσική της οχύρωση ήταν αρκετή για την άμυνα.
Ο Πρεάλιμπος, όταν τα στρατεύματα του Καντακουζηνού έφθασαν στην πόλη ,διέταξε αμέσως να κλείσουν οι πύλες του φρουρίου , και επειδή δυσπιστούσε προς τους Έλληνες κατοίκους, διέταξε οι γυναίκες και τα παιδιά τους να μεταφερθούν στο δεύτερο τείχος, και αυτοί να παραμείνουν στο τρίτο τείχος για να αποκρούσουν τους πολιορκητές, ο ίδιος κλείστηκε στο τρίτο τείχος, και έβαλε για φύλαξη των γυναικόπαιδων φρουρά σερβική περίπου πεντακόσιους από αυτούς που ήταν μαζί του.
Όσον αφορά τους εκτός των τειχών κατοίκους, ούτε τους άνδρες δεχόταν αλλά ούτε και στα γυναικόπαιδα επέτρεπε την είσοδο στο φρούριο, αλλά τους διέταξε να μάχονται μπροστά στα σπίτια τους, επειδή η θέση του εδάφους επέτρεπε τέτοιο πράγμα
Και έτσι ο Πρεάλιμπος κανόνισε τα σχετικά με την άμυνα του φρουρίου, παρόλο που ήταν της γνώμης, από τον φόβο των Βυζαντινών στρατευμάτων να φύγει προς την Θεσσαλία. Τα επιχειρήματα όμως που του πρόβαλαν οι αξιωματικοί του ότι αν κυριευόταν αυτό το φρούριο, κινδύνευε όλη η Θεσσαλία να γίνει υποχείρια στους Έλληνες, τον ανάγκασαν να παραμείνει στο φρούριο.
Ο Βασιλιάς αμέσως μόλις έστησε το στρατόπεδο του κοντά στην πόλη , διέταξε την με λεηλασία εύρεση ζωοτροφών από τις γύρω μικρές πόλεις και χωριά, και κράτησε λίγο στράτευμα στο στρατόπεδο. Και έτσι τόσο οι Ρωμαίοι( Έλληνες) όσο και οι βάρβαροι ( επειδή είχε σύμμαχους Πέρσες που έπλευσαν τον Αλιάκμονα μέχρι την Βέροια) αφού λαφυραγωγούσαν τα περίχωρα γύριζαν στο στρατόπεδο
Και μετά πλησίασαν τα τείχη του φρουρίου και ετοιμαζόταν για την πολιορκία.
Οι κάτοικοι των συνοικισμών γύρω από το φρούριο των Σερβίων , από φόβο προς τα βασιλικά στρατεύματα , αφού δεν απέλαυναν και την εμπιστοσύνη των Τριβαλλών ( Σέρβων)αφού ήταν και διακείμενοι ευνοϊκά προς την βασιλεία όλοι με συναίσθημα προσέρχονταν στο στράτευμα του βασιλιά παρέχοντάς του κάθε δυνατή περιποίηση .
Και αυτοί που ήταν κλεισμένοι στο φρούριο έτρεφαν τα ίδια αισθήματα προς τον βασιλιά, λόγω όμως ότι τα γυναικόπαιδα τους διατελούσαν όμηροι στον δεύτερο περίβολο, αναγκαστικά πολεμούσαν μαζί με τους Τριβαλλούς.
Αφού πέρασα τρείς μέρες από την στρατοπέδευση , άρχισε η προετοιμασία για την έφοδο στα τείχη, για τα οποία ότι ντόπιοι εξέφραζαν τη γνώμη ότι δεν είναι αδύνατη η άλωση τους.
Επειδή όμως δεν ήταν δυνατή η προσβολή των τειχών από όλες τις πλευρές, ως δύσβατες και απόκρημνες, ο Βασιλιάς διέταξε τους τοξότες ν’ απομακρύνουν από τις επάλξεις τους αμυνόμενους, για να μπορούν οι εργάτες κάτω από τις ασπίδες να σκάβουν κάτω από τα τείχη υπονόμους.
Και είχε προχωρήσει αρκετά η εργασία αυτή, και ο υπόνομος είχε τελειώσει και είχε φτάσει σε ένα σπίτι που ήταν άδειο. Αλλά όταν ετοιμάζονταν να βγούνε οι πολιορκητές από τον υπόνομο τότε από τύχη μπήκε στο σπίτι η ιδιοκτήτρια του σπιτιού και όταν αντιλήφθητε στο συμβάν άρχισε με φωνές να καλεί σε βοήθεια, και έτσι οι πολιορκημένοι κατόρθωσαν να αποκρούσουν αυτούς που ήταν στο όρυγμα.
Αλλά και το υπόλοιπο των πολιορκητών στράτευμα αναγκάστηκε να διακόψει την επίθεση , διότι ακριβώς στην κορύφωση της μάχης άρχισε καταρρακτώδης βροχή η οποία τους παρεμπόδιζε να επιτεθούν καθώς βυθίζοντα στον πηλό( λόγω του αργιλώδες του εδάφους)
Και αφού κατάλαβε τότε ο βασιλιά ότι η άλωση του φρουρίου είναι αδύνατη καθώς η οχυρότητα του απαιτούσε στρατιωτική δύναμη ανώτερη, την οποία αυτός δεν είχε, και καθώς οι βροχές και ο δριμύς χειμώνας δεν επέτρεπε τις επιχειρήσεις , επανέκαμψε στην Βέροια.
Το στράτευμα που έφευγε το ακλούθησαν μαζί με τα γυναικόπαιδα τους και με μικρή κινητή περιουσία, εκτός από λίγους, όλοι οι κάτοικοι των συνοικισμών έξω από το φρούριο των Σερβίων , όχι μόνο επειδή τα συναισθήματα τους έκλιναν υπέρ τους Βασιλιά, αλλά και διότι δεν περίμεναν τίποτα καλό από τους Τριβαλλούς αν παρέμεναν αφού είχαν μάλιστα λάβει μέρος στην πολιορκία του φρουρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου