Πέμπτη, Ιανουαρίου 30, 2014

Η αγία Θεοδώρα των Σερβίων μέσα από ένα διήγημα


Στά Σέρβια ό Μιχαήλ Β' ό Κομνηνός γνώρισε τήν Θεοδώρα. Η αμοιβαία συμπάθεια καί αγάπη πού δημιουργήθηκε αμέσως ανάμεσα στούς δύο νέους οδήγησε τόν Μιχαήλ Β' 'Αγγελο Κομνηνό νά ζητήσει έπίσημα σέ νόμιμο γάμο από τά αδέλφια της, τή Θεοδώρα. Εκείνοι δέχτηκαν μετά χαράς τήν πρόταση.'Ως ήμέρα τής γαμήλιας τελετής ορίστηκε ή Κυριακή τής Ζοωδόχου Πηγής τού 1230μ.Χ. Ο Γάμος έγινε μέ όλη τήν Βυζαντινή πράξη καί μεγαλοπρέπεια. Τό καλοκαίρι πού ακολούθησε βρήκε τό ζευγάρι στά Σέρβια νά κάνει σχέδια γιά τό μέλλον. Πρίν αρχίσουν οί φθινοπωρινές βροχές αποφασίστηκε νά τελειώσει ή γαμήλια περίοδος στά Σέρβια καί τό νιόπαντρο ζευγάρι νά φύγει γιά τήν 'Αρτα. Η Θεοδώρα αφού χαιρέτησε γνωστούς καί φίλους δέν παρέλειψε πρίν ξεκινήσει νά πάρει καί τήν ευχή τού ερημίτη Συμεών. Η Θεοδώρα ειχε προκαλέσει τήν έκπληξη από τήν πρώτη στιγμή στούς ανθρώπους τού Μιχαήλ, όχι μόνο μέ τήν ομορφιά καί τή χάρη της αλλά καί μέ τίς γνώσεις, τήν ευστροφία καί τήν ψύχραιμη ετοιμότητα της. Είχαν μείνει όλοι έκπληκτοι μέ τίς ιδέες καί τίς απόψεις τής μικρής Βασίλισσας ακόμη καί πάνω σέ ζητήματα στρατιωτικά. ΓΙ αυτό καί μέ προθυμία, κατά τούς ορισμούς της, τήν κρατούσαν ενήμερη σέ ότι συνέβαινε κατά τήν διάρκεια τού ταξιδιού. 'Οταν τό βασιλικό ζευγάρι έφτασε στήν 'Αρτα τούς επιφυλασσόταν θερμή υποδοχή. 'Αρχοντες καί λαός πανηγύρισαν τό γάμο καί τόν ερχομό τού βασιλικού ζεύγους. Από τήν πρώτη κιόλας στιγμή τού έγγαμου βίου της, ή Αυγούστα προσπαθούσε νά φυλάει μέ ευγένεια καί σεμνότητα τίς προσωπικές επιλογές τής ελευθερίας της.Κρατούσε τήν προσωπικότητά της αλώβητη καί δέν αφηνόταν έρμαιη νά χάνεται στή δίνη τής ρέουσας καθημερινότητας.

Ο Μιχαήλ Β' Κομνηνός καί ή Θεοδώρα γίνανε δεκτοί από τούς Άρχοντες καί το λαό μέ πολύ εθουσιασμό καί πανηγύρια στήν Άρτα. Κύριο μέλημα τού Μιχαήλ Β' τού Κομνηνού ήταν νά δώσει τήν παλιά του αίγλη στό Δεσποτάτο τής Ηπείρου.Μέρες, εβδομάδες ακόμη καί μήνες απουσίαζε ό Δούκας από τήν Άρτα καί έτσι βυθισμένος στίς βασιλικές υποχρεώσεις απομακρυνόταν από τήν οικογενειακή θαλπωρή καί αγάπη. Όμως καί ή Θεοδώρα δέν άφηνε τόν εαυτό της νά παρασυρθεί στήν αδράνεια τής εγκατάλειψης. Κατακτούσε τό λαό καί τήν αγάπη τών ανθρώπων μέ τόν δικό της τρόπο΄ μέ τήν κάλυψη τών καθημερινών αναγκών καί τή θεραπεία τής φτώχιας καί τού ψυχικού τους πόνου. Οργάνωνε συσίτια γιά τούς περιπλανώμενους καί τούς μετανάστες εξαιτίας τών πολέμων. Συστηματοποιούσε τή φιλανθρωπία σέ μόνιμη βάση. Ίδρυε προνοιακούς σταθμούς καί ενθάρυνε τίς εκκλησίες καί τά μοναστήρια νά κτίζουν πλάι τους κελλιά καί ξενώνες γιά τούς άπορους καί τούς ταξιδιώτες. Οί κάτοικοι όλόκληρης τής Ηπείρου επισκέπτονταν συχνά την Βασίλισσα καί εκείνη τούς συνέτρεχε σέ ότι είχαν ανάγκη. Τά πράγματα όμως μέ τό Δούκα Μιχαήλ δέν πήγαιναν καί τόσο καλά. Τό πάθος του γιά τήν εξουσία, γιά τή δόξα, καί τήν επικράτησή του σέ όλον τόν κόσμο, πραγματικά τόν αποξένωναν από τούς δικούς του ανθρώπους καί κυρίως από τήν Βασίλισσα καί σύζυγο του Θεοδώρα καί έτσι τόν καθιστούσαν ευάλωτο σέ παντοδαπούς ψυχικούς πειρασμούς καί αισθησιακές προκλήσεις. Πολύ γρήγορα ό Δούκας Μιχαήλ Β' 'Αγγελος Κομνηνός έμπλεξε μέ τήν Γαγγρηνή. 






Η φυγή τής Θεοδώρας από τό παλάτι.

"Τά πράγματα μεταξύ τού Μιχαήλ Β' Κομνηνού καί τής Θεοδώρας άρχισαν νά μήν πηγαίνουν τόσο καλά. Πολύ γρήγορα ό Δούκας Μιχαήλ Β' 'Αγγελος Κονμηνός έμπλεξε μέ τήν Γαγγρηνή. Η Γαγγρηνή ήταν μιά νέα καί πολύ όμορφη γυναίκα πολυδιδαγμένη καί έμπειρη στά ερωτικά. Ο άνδρας της ήτανε όφφικιάλιος τού στρατού τής Ανατολής καί είχε αυτομολήσει στήν 'Αρτα όπου ό Μιχαήλ τόν ένταξε στό επιτελείο του. Αλλά σέ κάποια πολεμική σύγκρουση σκοτώθηκε, άφήνοντας τήν Γαγγρηνή χήρα στό κύκλο τών μεγαλοκυράδων τού παλατιού τής Ηπείρου. Μένοντας , όμως στό κοντινό περιβάλλον τού Δούκα, πονηρή καί ακατανίκητη καθώς ήταν, προσέγγισε τό νεαρό Βασιλιά. Χρησιμοποιώντας τή μαγεία, στήν αρχή κατάφερε νά τού κλέψει τήν προσοχή καί στή συνέχεια τόν κατέστησε παιχνίδι της, ωθώντας τον επίμονα καί προκλητικά, νά διώξει από κοντά του τή νόμιμη γυναίκα του καί Βασίλισσα Θεοδώρα καί στή θέση της μεγαλόπρεπα καί ηγεμονικά νά θρονιαστεί εκείνη. Ταπεινωμένη σέ έσχατο βαθμό καί πονεμένη ή Θεοδώρα αποφάσισε νά φύγει από τό παλάτι καί νά βρεί καταφύγιο πέρα στίς άγνωστες λαγκαδιές καί στά άγρια καταράχια τών Τζουμέρκων καί εκεί νά περιμένει καρτερικά τή βέβαιη παρέμβαση τού Θεού. Έτσι καί έγινε καί αφού περιπλανήθηκε αρκετά στίς ερημικές περιοχές τών Τζουμέρκων, βρέθηκε μπροστά σέ ένα μισοερειπωμένο μοναστήρι. Σέ αυτό τό μοναστήρι πού ήταν αφιερωμένο στόν 'Αγιο Νικόλαο, ζούσαν δύο γερόντισσες μοναχές οί όποίες μέ χαρά καί χωρίς νά ρωτήσουν τίποτα, δέχτηκαν νά φιλοξενήσουν τή Θεοδώρα.

Η Γέννηση τού διαδόχου

Η Θεοδώρα έμεινε κάμποσες μέρες μέσα στή ζεστή ατμόσφαιρα του μοναστηριού τού Άη-Νκόλα όμως φοβόταν νά μείνει περισσότερο σκεπτόμενη ότι ή πιθανή ανακάλυψή της θά είχε συνέπειες καί σέ εκείνη καί στό παιδί πού θά έφερνε σέ λίγο στόν κόσμο. Γιά νά αποφύγει τούς πιθανούς διώκτες της αποφάσισε νά εγκαταλείψει γιά λίγο τό φιλόξενο καταφύγιο της γιά νά επιστρέψει πάλι σέ αυτό όταν θά ερχόταν ή ώρα της νά γεννήσει τό διάδοχο. Ο διάδοχος γεννήθηκε αλλά ό φόβος δέν έφυγε από τή νεαρή μητέρα, ή όποία αποφάσισε νά φύγει γιά δεύτερη φορά από τό φιλόξενο μοναστήρι καί νά ξαναγυρίσει στό κρυσφύγετο τής Πίνδου πού τής πρόσφεραν μεγαλύτερη προστασία. Ο βαρύς όμως χειμώνας θά αναγκάσει τή Θεοδώρα νά πάρει τό μωρό της καί νά επιστρέψει στό μοναστήρι τού Αγίου Νικολάου. Στό μοναστήρι θά συναντήσει τή Βασίλισσα Θεοδώρα ό πατήρ Νικηφόρος, ένας ταπεινός καί καλοκάγαθος κληρικός από τό χωριό Πρένιτσα. Ο παπα-Νικηφόρος ήτανε ό λειτουργός καί ό πνευματικός τής μονής. Σέ αυτόν τόν ταπεινό λευίτη ή Θεοδώρα θά εμπιστευτεί τό δράμα της καί θά τού εναποθέσει τόν πόνο καί τίς ελπίδες της καί αυτός μέ τή σειρά του θά πάρει τή μητέρα καί τό παιδί καί θά τούς οδηγήσει γιά μεγαλύτερη ασφάλεια στό σπίτι του, στό χωριό Πρένιτσα. Στό σπίτι τού ιερέα ή Θεοδώρα είχε τήν ευκαιρία νά διαβάζει μέ τίς ώρες. Ο προστάτης τους τής προμήθευε βιβλία καί φυλλάδες πού διαπραγματεύονταν σοβαρά θέματα τής πίστεως καί τής ιστορίας καί έτσι ή Βασίλισσα εμπλούτιζε τίς γνώσεις της κάθε μέρα καί περισσότερο. Στό μεταξύ στό παλάτι τής 'Αρτας ό Μιχαήλ μέ τήν πολύτιμη βοήθεια τών ανθρώπων του ανακάλυψε τόν πραγματικό ρόλο πού έπαιζε όλα αυτά τά χρόνια ή Γαγγρηνή ή όποία καί ομολόγησε πώς μέ τή βοήθεια τής μαγείας καί άλλων αθέμιτων μέσων κρατούσε τό Μιχαήλ δέσμιο τών σχεδίων της. Ο Μιχαήλ άν καί είχε αποκτήσει δύο νόθους γιούς μέ τή Γαγγρηνή, κουρασμένος καί αηδιασμένος τήν έδιωξε από κοντά του καί στή συνέχεια μετανοιωμένος αποζητούσε τή γυναίκα του.


Η ΕΠΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΤΑ

Η επάνοδος τής Θεοδώρας στήν 'Αρτα ύστερα από πέντε χρόνια εξορίας, έγινε βασιλικά καί μέ κάθε επισημότητα.Πρίν μπεί όμως ή Αυγούστα στήν πόλη τής 'Αρτας ζήτησε νά επισκεφθεί πρώτα τή θαυματουργή Οδηγήτρια στή μονή τής Παναγίας Βλαχέρνας καί νά τήν ευχαριστήσει πού άκουσε τίς προσευχές της.
Πολύ γρήγορα ή θεοδώρα άρχισε νά παίρνει πρωτοβουλίες σέ έργα είρηνικά.'Ετσι γιά μιά όλόκληρη δεκαετία σχεδόν, σέ συννεόηση μέ τίς κεφαλές τής Εκκλησίας καί μέ ξακουστούς τεχνίτες απ' όλες τίς περιοχές, άρχισε νά κτίζει ίδρύματα, ναούς μεγαλοπρεπείς καί μοναστήρια πού κοσμούσαν όλη τήν Ήπειρο, τή Μακεδονία, τήν Αίτωλοακαρνανία καί τόν Αμβρακικό. Ενώ ξεχωριστά κτίσματα, αληθινά κοσμήματα, αναστηλώνονταν ή ανακαινίζονταν εξαρχής. Η μονή τής Παντάνασσασς κοντά στήν Φιλιππιάδα, ή Παναγία ή Βλαχέρνα πού ξεχώριζε γιά τήν είκόνα τής Οδηγήτριας, ή Κάτω Παναγιά, ό 'Αγιος Δημήτριος τού Κατσούρη ανάμεσα στούς μπαξέδες τής΄'Αρτας, ήτανε έργα πού δείχνανε τήν πίστι καί τό σεβασμό τής Αυγούστας. Ακόμη τής ίδιας εποχής ήτανε ή μονή τού Αγίου Γεωργίου, ή Μεταμόρφωση στό Γαλαξίδι πού βεβαίωναν τήν ψυχική μεταστροφή τού Μιχαήλ Β', αλλά καί τήν πνευματική αναλαμπή τών Κομνηνο δουκάδων.
Μέσα σέ αυτό τό κλίμα, στήν καθημερινή δραστηριότητα καί στήν ανεμπόδιστη ροή τής ίστορίας, ή Θεοδώρα έβρισκε καί όλο τόν καιρό, όχι μόνο Βασίλισσα καί Αυγούστα νά είναι αλλά καί γυναίκα καί σύνευνη καί μητέρα. Νά ζεί έντονα καί ολοκληρωτικά όλους τούς ρόλους της καί νά επαρκεί. Σχεδόν χρόνο παρά χρόνα γεννούσε καί από ένα παιδί καί έφτασε νά δώσει στούς Αγγελώνυμους Κομνηνούς στό διάστημα τού έγγαμου βίου της έξι (6) υγιέστατα παιδιά. Τρείς γιούς καί τρείς θυγατέρες.Τό Νικηφόρο πού είχε γεννήσει στήν εξορία, τόν Ιωάννη καί τόν Δημήτριο, τήν Ελένη, τήν 'Αννα καί μιά ανώνυμη( κατά άλλους Μαρία).
(Από τό βιβλίο τής κ. Αναστασίας Ν. Κυνηγοπούλου '' ΒΑΣΙΛΙΣΣΕΣ ΚΑΙ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΕΣ ΑΓΙΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ''.)

Τετάρτη, Ιανουαρίου 29, 2014

Ομιλία για τη Θεία Λειτουργία

Το εσπερινό κήρυγμα στον Ιερό Ναό Αγίας Κυριακής την Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2014 από τον πατέρα Αθανάσιο Γεωργιάδη

Σάββατο, Ιανουαρίου 25, 2014

Η ζωή και δράση της Οσίας Μητέρας μας Θεοδώρας της βασίλισσας της Ηπείρου της θαυματουργού. (11 Μαρτίου) (Ιώβ Μελίου του Ιασίτη)

 
    1.Η ξακουστή και μακάρια αυτή βασίλισσα, η Θεοδώρα, καταγόταν από την Ανατολή και γονείς της ήταν ο Ιωάννης και η Ελένη. Τα σχετικά με τη ζωή της έτσι εξελίχθηκαν. Όταν ήταν βασιλιάς των Ελλήνων ο Αλέξιος, ο οποίος καταγόταν από την οικογένεια των Κομνηνών, ο Μιχαήλ Κομνηνός, που διέφερε από τον βασιλιά και από τους άλλους βασιλιάδες που είχαν το όνομα Άγγελοι, αναλαμβάνει την εξουσία της Πελοποννήσου, ενώ ο Σεναχηρείμ στάλθηκε στην Αιτωλία και Νικόπολη. Αυτοί οι δύο είχαν παντρευτεί δύο γνήσιες πρώτες εξαδέλφες του βασιλιά. Ο πατέρας της μακάριας Θεοδώρας Ιωάννης, που επωνομαζόταν Πετραλίφης και καταγόταν από λαμπρή και περιφανή οικογένεια, παίρνει σύζυγο από βασιλική γενιά που ήταν από τις πρώτες στην Κωνσταντινούπολη. Τιμήθηκε με το αξίωμα του σεβαστοκράτορα των Ελλήνων και τοποθετήθηκε διοικητής της Μακεδονίας και Θεσσαλίας.
      Όταν όμως ύστερα από παραχώρηση του Θεού κυριεύεται η Κωνσταντινούπολη από τους Λατίνους, αιχμαλωτίσθηκε απ’ αυτούς μαζί με άλλους πολλούς και ο βασιλιάς Αλέξιος, ενώ ο γιός του Λάσκαρης τυφλώνεται στην Ανατολή από τον Μιχαήλ Παλαιολόγο, ο οποίος τότε άρπαξε τη βασιλεία και έτσι επικρατούσε παντού ταραχή και σύγχυση. Όταν οι Νικοπολίτες ξεσηκώθηκαν εναντίον του Σεναχηρείμ, αυτός κάλεσε τον Μιχαήλ Κομνηνό για να τον βοηθήσει· προτού όμως φθάσει αυτός, ο Σεναχηρείμ δολοφονείται. Όταν έφθασε ο Μιχαήλ σκοτώνει όλους τους φονιάδες και νυμφεύεται τη γυναίκα εκείνου Μελισσηνή. Έφτασε στο σημείο μάλιστα τη γυναίκα του να την καταδικάσει σε θάνατο. Έτσι οικειοποιείται ολόκληρη την περιουσία και την εξουσία του Σεναχηρείμ. Αυτός λοιπόν ο Κομνηνός, όταν ο στόλος των Λατίνων έφυγε από την Κωνσταντινούπολη και αγκυροβόλησε στο λιμάνι που λεγόταν Σαλαγορά, εξαγόρασε από αυτούς σαν δούλο τον βασιλιά Αλέξιο, που δεν τον αναγνώριζαν, αφού τους έδωσε προηγουμένως πολλά δώρα. Απ’ αυτόν τον βασιλιά δόθηκε τότε σαν δώρο στον Μιχαήλ και στους κληρονόμους του η εξουσία της ηγεμονίας. Αποκτά λοιπόν από τη Μελισσηνή τέσσερις γιους, τον Μιχαήλ Δούκα, τον Θεόδωρο, τον Μανουήλ και τον Κωνσταντίνο.
      2. Ο πρώτος γιός, ο Μιχαήλ, μετά τον θάνατο του πατέρα του, ανέλαβε όλη την εξουσία εκείνου, άνθρωπος δραστήριος και εξυπνότατος και πολύ έμπειρος στο να διαχειρίζεται τις διάφορες υποθέσεις. Αυτός λοιπόν κυρίεψε προσαρτώντας τα Βελλάγραδα, τα Ιωάννινα, τη Βόνδιτζα, το νησί των Κορυφών (Κέρκυρα), το Δυρρά­χιο, την Αχρίδα, ολόκληρη τη Θεσσαλία και την Ελλάδα και πάρα πολύ επεξέτεινε την εξουσία του. Γρήγορα όμως κι αυτός σαν άνθρωπος που ήταν σκοτώθηκε και τον αδελφό του Θεόδωρο Δούκα άφησε διάδοχό του. Αυτός λοιπόν, ο Θεόδωρος, βρήκε από τον αδελφό του Μιχαήλ Δούκα το παιδί του που ήταν βρέφος, δεν του έδωσε σημασία γιατί ήταν πολύ μικρό και αφού άρπαξε την εξουσία και τον βοήθησαν οι περιστάσεις, σκέφθηκε να ξεφορτωθεί το παιδάκι. Η μητέρα του όμως το κατάλαβε, γι’ αυτό το πήρε και πήγε στην Πελοπόννησο. Ο Θεόδωρος ικανότατος στον πόλεμο απελευθέρωσε ακόμη και τη Θεσσαλονίκη από τους Λατίνους και κυριάρχησε προς δυσμάς μέχρι τη Χριστούπολη.
      3. Ο σεβαστοκράτορας Πετραλίφης, απέκτησε γιους στη Θεσσαλία καθώς και την αείμνηστη Θεοδώρα, και αφού τέλειωσε τη ζωή του χριστιανικά, την εξουσία του την άφησε στους γιους του. οι οποίοι είχαν καλές σχέσεις με τον βασιλιά Θεόδωρο, και την αδελφή τους που ήταν πολύ μικρή τη φύλαγαν σαν κόρη οφθαλμού. Τί συμβαίνει μετά; Ο βασιλιάς Θεόδωρος εξεστράτευσε εναντίον της Ζαγοράς, πολεμούσε με τον βασιλιά των Βουλγάρων Ασάν, νικήθηκε όμως απ’ αυτόν, αιχμαλωτίσθηκε και τυφλώθηκε.
     4. Ο Μιχαήλ, ενώ βρισκόταν σε νεανική ηλικία, ανακαλείται από την εξορία και αναλαμβάνει την πατρική εξουσία, επισκέπτεται τη Θεσσαλία και ενώ βρισκόταν στο κάστρο Σερβίον συναντά την όμορφη κόρη Θεοδώρα από την οποία, επειδή κατακτήθηκε απόλυτα, συμφωνεί με τα αδέλφια Πετραλίφες και την παίρνει με νόμιμο γάμο και στην Ακαρνανία, που ήταν τότε ατείχιστη, την παντρεύεται. Αυτός λοιπόν φρόντιζε για την εξουσία του, η Θεοδώρα όμως δεν παρασύρθηκε από τη δόξα, δεν γοητεύθηκε εξαιτίας της νιότης της, ούτε συνήθιζε να σπαταλά τη ζωή της στις ανέσεις, ούτε αλαζονεύθηκε από το μέγεθος της εξουσίας. Γνώριζε περισσότερο να ανήκει στον Θεό και να φροντίζει για την αρετή, να ζει με σωφροσύνη, να επιζητεί την ταπεινοφροσύνη, γιατί αυτή περισσότερο απ’ όλους πέτυχε να μην έχει οργή, αλλά να έχει αγάπη, πραότητα, συμπάθεια και ελεημοσύνη για τους άλλους και τον Θεό συνεχώς να υπηρετεί.
     5. Ο εχθρός όμως των δικαίων δεν άντεχε καθόλου να τα βλέπει αυτά, ούτε ανεχόταν τη σωστή πορεία αυτής της κόρης· αφού επιστρατεύει όλες τις δυνάμεις του εναντίον της, ξεσηκώνει τον πιο φοβερό πειρασμό απ’ όσους έχουν μνημονευθεί μέχρι σήμερα, βάζοντας στον άνδρα της μανιασμένη επιθυμία για τις γυναίκες. Αυτός αφού ερωτεύτηκε τρελλά και παράνομα κάποια γυναίκα από τις ευγενείς, που την έλεγαν Γαγγρηνή, πιάστηκε στα μάγια της κι έχασε τα λογικά του και απέκτησε άσπονδο μίσος εναντίον της γυναίκας του. Διώχνει τη γυναίκα του και συμμαζεύει σαν τρελλός τη μαινάδα στο σπίτι του, απαγορεύει στους υπηκόους του να έχουν επαφές με τη Θεοδώρα, να την εξυπηρετούν, ακόμη και να αναφέρουν το όνομά της.
     Πέφτοντας η γενναία σ’ αυτές τις συμφορές δεν τάχασε, ούτε παρεξέκλινε από τον καλό αγώνα της. Υπέμενε σταθερή σαν διαμάντι και υπηρετούσε τον Θεό όπως πάντα. Γύριζε στα ξένα ταλαιπωρημένη από το κρύο και τη ζέστη στους δρόμους, πιεζόταν από την πείνα και τη δίψα και τις άλλες κακουχίες προσπαθώντας να βρει κάποια στέγη. Για πέντε χρόνια λοιπόν πάλευε με άπειρα δεινά χωρίς να της ξεφύγει ποτέ κακή κουβέντα, ούτε ποτέ να παραπονεθεί στον Κύριο, αλλά ακόμη περισσότερο προόδευε στην αρετή, και καθημερινά τον πλησίαζε περισσότερο κάνοντας υπομονή με το βρέφος στην αγκαλιά της, γιατί όταν διώχθηκε ήταν έγκυος. Κάποιος ιερέας από το χωριό Πρενίστη τη βρήκε με το μωρό στην αγκαλιά να μαζεύει λαχανικά σ’ ένα χωράφι και την έπεισε με όρκο να του πει το όνομά της. Όταν έμαθε ποιά ήταν, την έκρυψε στο σπίτι του, όπου την περιποιήθηκε πολύ.
       6. Οι μεγιστάνες που κατείχαν τις πρώτες θέσεις στην υπηρεσία του Μιχαήλ Δούκα, ξαφνικά άρπαξαν εκείνη την αργόσχολη γυναίκα και την έδιωξαν, και έτσι ολόκληρη η πονηρή πράξη ήρθε στο φως και αφού ήρθε στα λογικά του ο Μιχαήλ, συγκλονίσθηκε και αμέσως έφερε πίσω τη μακάρια και έτσι όλα γέμισαν από χαρά και αγαλλίαση. Περνούσαν λοιπόν και οι δύο ειρηνικά τη ζωή τους και με αγάπη Θεού, φροντίζοντας για τη σωτηρία τους. Τιμήθηκαν και οι δύο με το αξίωμα του δεσπότη, απέκτησαν παιδιά, έφτασαν σε μεγάλο ύψος δόξας και συναγωνίζονταν στον ωραίο αγώνα της αρετής. Βλέποντας η ξακουστή Θεοδώρα τον δεσπότη και σύζυγό της να ιδρύει τα δύο πανέμορφα και ευαγή μοναστήρια, δηλαδή τη μονή της Παντάνασσας και τη μονή της Παναγίας, ίδρυσε κι αυτή το γυναικείο μοναστήρι του μεγαλομάρτυρα Γεωργίου.
     7.Όταν ο σύζυγος της δεσπότης Μιχαήλ αφού έζησε σωστά και σύμφωνα με το θέλημα του Θεού πήγε στον ουρανό, αμέσως κι αυτή γίνεται μοναχή. Ζώντας αρκετά χρόνια στόλιζε τον ναό της μονής με αφιερώματα και σκεύη και πέπλα τον ομόρφαινε. Με το πέρασμα του χρόνου γύμναζε με τους κόπους τον εαυτό της και αύξανε τον καρπό των αρετών ασχολούμενη με αγρυπνίες, ψάλλοντας ψαλμούς και ύμνους, λιώνοντας το σώμα της με νηστείες, υπηρετώντας πρόθυμα όλες τις αδελφές, προστατεύοντας τους αδικημένους, βοηθώντας ορφανά και χήρες και φτωχούς, παρηγορώντας τούς θλιμμένους και με ταπείνωση καρδίας εξυπηρετούσε όλους σ’ όλα.
     8. Όταν πρόβλεψε το τέλος της με δάκρυα ζήτησε από την πάναγνη Θεοτόκο και τον πανένδοξο μάρτυρα Γεώργιο να πρεσβεύ­σουν στον Θεό, ώστε να της δοθεί χρόνος έξι μηνών για να τελειώσει τον ναό, πράγμα που έγινε. Όταν ήρθε η ώρα της, κάλεσε τις αδελφές και αφού τις συμβούλεψε καλά για όσα έπρεπε και ευχήθηκε να πετύχουν τη σωτηρία τους, χαρούμενη παρέδωσε το πνεύμα της στα χέρια του Θεού και ενταφιάσθηκε δίπλα στη μονή που ανήγειρε. Αργότερα ο Θεός τη δόξασε, γιατί έγινε αιτία πολλών και μεγάλων θαυμάτων, γιατρεύοντας τις ασθένειες όσων προσέρχονταν σ’ αυτήν, διώχνοντας από τους ανθρώπους τους δαίμονες και καθημερινά θεράπευε ποικίλες ανίατες αρρώστιες. Θεράπευσε ακόμη και καρκίνο και έκανε κι άλλα θαυμαστά αμέτρητα πράγματα, τα οποία συνεχίζει να κάνει. Βοηθά πολύ όχι μόνον αυτούς που προσπέφτουν στον σεπτό τάφο της, αλλά και όσους βρίσκονται κοντά, μακρυά, στη θάλασσα, στα νησιά, σ’ όλους φθάνει όταν την επικαλούνται. Με τις άγιες ευχές της προς τον Θεό ας αξιωθούμε και μείς να πετύχουμε τη σωτηρία μας και να απολαύσουμε τα αγαθά που απολαμβάνουν στη βασιλεία των ουρανών όσοι σώζονται. Αμήν.

(Δημητρίου Γ. Τσάμη, «Μητερικόν», τ. Γ΄, εκδ. Αδελφότητος Η Αγία Μακρίνα, Θεσ/νίκη.)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...